Φυσικο περιβάλον
ΔΑΣΗ
- Λεπτομέρειες
- Εμφανίσεις: 2258
Ο τριακονταετής πόλεμος των δασών: Το μέτωπο της Δικαιοσύνης».
Ένας νέος τριακονταετής πόλεμος διεξάγεται στην Ελλάδα από την δεκαετία του 1970. Δεν γίνεται για την θρησκεία όπως εκείνος που έγινε στην Ευρώπη του 17ου αι., αλλά για τα δάση μας. Έχει, όμως, το ίδιο βάθος γιατί η παράταση και η οξύτητά τους τροφοδοτείται από θεμελιώδη σύγκρουση αξιών: Οι εχθροί των δασών, υπέρμαχοι του πλούτου, θέλουν να τα θυσιάσουν στον βωμό του κέρδους και της πλεονεξίας.
Οι υπέρμαχοι των δασών υπερασπίζονται την φυσική κληρονομιά τους και πιστεύουν ότι τα δάση είναι η πηγή της ζωής και της ομορφιάς που πρέπει να επιζήσει.
Με πολλές διακυμάνσεις, ο πόλεμος αυτός συνεχίζεται μέχρι σήμερα και δεν υπάρχει ακόμα καμία ένδειξη ότι πρόκειται να τελειώσει στο εγγύς μέλλον. Εν τω μεταξύ, όμως, υπάρχουν απώλειες που είναι βεβαίως η καταστροφή σημαντικού μέρους των δασών μας, αλλά και νίκες, όπως είναι η διαμόρφωση νομικού συστήματος προστασίας, αλλά και της οικολογικής συνειδήσεως των Ελλήνων. Η οπτική το αφηγητού είναι από την πλευρά των υπερασπιστών.
Πότε και πως άρχισε ο πόλεμος; Η δεκαετία της αγρίας αναπτύξεως (1960) μπορεί να θεωρηθεί ως έναρξη του πολέμου με την επιδρομή των οικοδομικών συνεταιρισμών της εποχής εκείνης κατά των δασών, τα οποία οικοπεδοποιούνταν χωρίς κανένα ενδοιασμό και κανένα μέτρο προστασίας. Η μεγάλη διείσδυση των οικοδομικών συνεταιρισμών στα δάση επετεύχθη με την καταστρατήγηση των διατάξεων που επιτρέπουν την κατάτμηση των δασών. Για την εκτίμηση του μεγέθους της πρώτης αυτής επιδρομής, αρκεί να σημειωθεί ότι ακόμα και σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες συνεταιρισμών που επιμένουν στην εκτέλεση των σχεδίων των.
Άμυνα των υπερασπιστών του δάσους ήταν ανέκαθεν οι διατάξεις του Δασικού Κώδικος και η αφοσίωση στο καθήκον των περισσοτέρων δασικών υπαλλήλων. Αυτά, όμως, δεν ήσαν αρκετά για να αναχαιτίσουν το κύμα της αυθαιρέτου δομήσεως, που κατέκλυσε την Ελλάδα στις επόμενες δεκαετίες. Χρειάζονταν άλλα μέτρα, πιο συστηματικά, και ιδίως επαγρύπνηση και ειδική καταστολή. Η προστασία των δασών ήταν ένας εκ των κυρίων λόγων που υπαγόρευσαν την ίδρυση του Ε’ Τμήματος του ΣτΕ το 1991. Σε ένα κείμενο που έγραψα εκείνη περίπου την εποχή, ετόνιζα ότι:
Η Ελλάς βρίσκεται στα πρόθυρα της οικολογικής κρίσεως. Η εξαίσια φύση της - το λίκνο αθανάτου πνεύματος – είναι στο έλος αναξίας καταστροφής. Από τις κορυφές των ιερών βουνών έως τις έσχατες ακρογιαλιές του Αιγαίου γόος εξέρχεται από τα πνεύματα του Ελληνικού χώρου: Νύμφες και Αναδρυάδες, Τρίτωνες και Ναϊάδες, σάτυροι και Σειληνοί και αυτός ο μέγας Παν βοούν για την δήωση των εστιών των, χωρίς να εισακούονται από τους αθλίους βαναυσουργούς, που τις καταστρέφουν δίχως οίκτο και μεταμέλεια. Με εξαίρεση αραιών και ασθενών φωνών, η τραγωδία συντελείται γοργά συνοπτικά και σχεδόν αθόρυβα: οικοσυστήματα απορρυθμίζονται και αποδιοργανούνται από περιττά και κακότεχνα «έργα», βιότοποι καταστρέφονται, δάση καίγονται, λίμνες, θάλασσες και πεδιάδες ρυπαίνονται και νεκρούνται, νησιά και ακτές γίνονται χυδαίας εκμεταλλεύσεως και καταπατούνται από το σκυρόδεμα, το αισθητικό κάλλος του τοπίου προσβάλλεται βαναύσως και οι πολιτείες φθείρουν την υγεία των κατοίκων των με την αιθαλομίχλη της ατμόσφαιρας των και την αθλίαν δομήν των και οι άνθρωποι δεν εξεγείρονται ειμή μόνον όταν πρόκειται να εμπλακούν για την διάθεση των τεραστίων όγκων των αποβλήτων των υπό τα οποία κινδυνεύουν να ταφούν.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η πρώτη δικαστική υπόθεση στο Ε’ Τμήμα αφορούσε την αυθαίρετη διάνοιξη δασικού δρόμου.
Στο Ε» Τμήμα είχαμε ευρύτερα σχέδια για την επίλυση του προβλήματος της προστασίας των δασών και η συμμετοχή του Προέδρου του Τμήματος στην Διάσκεψη του Ρίου το 1992, είχε ως κύριο σκοπό την επιτόπια μελέτη των μεθόδων επιτηρήσεως και προστασίας των δασών του Αμαζονίου. Προσπαθήσαμε ευθύς αμέσως, με την συγκατάθεση και την συμμετοχή της Διοικήσεως, να μεταφέρουμε στην χώρα μας το σύστημα της συνεχούς επιτηρήσεως των δασών με τηλεπισκόπηση από δορυφόρο. Ετοιμάσαμε πλήρες νομοσχέδιο, που παραμένει έκτοτε (1993) στα συρτάρια του Υπουργείου Γεωργίας, από τα οποία, ως γνωστόν, εκρέουν ακατάσχετα δασοκτόνα νομοσχέδια.
Αλλά τα πράγματα είχαν ακόμα χειρότερη έκβαση, όταν το Δικαστήριο εσκλήρυνε τις θέσεις του για την υπεράσπιση των δασών, αφού εβεβαιώθη ότι η Κυβέρνηση δεν είχε σοβαρή πρόθεση να καταγράψει και να επιτηρήσει τα δάση. Μέσα στον ίδιο χρόνο που υπεβλήθη το νομοσχέδιο για την προστασία των δασών και δύο μόλις χρόνια μετά την ίδρυση του δικαστικού σχηματισμού του Ε’ Τμήματος, η Κυβέρνηση, σοβαρώς ενοχλημένη από την σταθερή στάση του Δικαστηρίου στα θέματα της προστασίας των δασών, και ιδίως από την ματαίωση της ιδρύσεως Πολυδύναμου Κέντρου σε έκταση 200 στρεμ. Δάσους της Πεντέλης, επεχείρησε με νόμο να διαμελίσει το ίδιο το Ε’ Τμήμα(!). Απέτυχεν, όμως, παταγωδώς, αφού το Ε’ Τμήμα αρνήθηκε να εφαρμόσει τον αντισυνταγματικό νόμο και η άρνησή του δικαιώθηκε από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Έκτοτε, ολόκληρο το πολιτικό σύστημα συνήγαγε το συμπέρασμα ότι πρέπει να μάθει να ζει με το Ε’ Τμήμα.
Από τις εξελίξεις αυτές, έγινε φανερό ότι, αν τον πόλεμο κατά των δασών άρχισαν πρώτα τα οικονομικά συμφέροντα, μικρά και μεγάλα, τον εσυνέχισαν ύστερα με την συμμαχία του πολιτικού συστήματος. Διότι, και κατά την διαδοχή των κομμάτων στην εξουσία που έγινε τον χρόνο εκείνο (1993), δεν παρατηρήθηκε καμία αλλαγή στην κυβερνητική πολιτική έναντι των δασών, παρά το σοσιαλιστικό λάβαρο της νέας κυβερνήσεως.
Η συμμαχία των κυβερνώντων με τα οικονομικά συμφέροντα, υφισταμένη εκ των πραγμάτων στο πελατειακό σύστημα της χώρας, συνίστατο ιδίως στην απροθυμία των εκάστοτε κυβερνώντων κομμάτων να χαρτογραφήσουν και απογράψουν το δασικό κεφάλαιο της χώρας. Προτιμούσαν να μονιμοποιήσουν το προσωρινό σύστημα της χορηγήσεως πιστοποιητικών δασών και δασικών εκτάσεων, που, συν τοις άλλοις, αποτελούσε και πηγή διαφθοράς στην Διοίκηση.
Μία άλλη μέθοδος υποστηρίξεως του πολέμου κατά των δασών από την κυβέρνηση, ήταν η νομοθετική αλλοίωση της εννοίας του δάσους. Υπήρξε, μάλιστα, ακόμη και νομοσχέδιο που ανέθετε τον ορισμό του δάσους σε απόφαση του Υπουργού Γεωργίας.
Στις μεθοδεύσεις αυτές, το Ε’ Τμήμα αντέταξε την άμυνα των δασών σε τρία επίπεδα:
Εν πρώτοις, αφήρεσε από τον νομοθέτη την δυνατότητα να αλλοιώνει τον ορισμό του δάσους αποφανθέν ότι το Σύνταγμα προστατεύει το δάσος υπό την επιστημονικήν έννοια που δίδει η δασική οικολογία – το Ελληνικό Σύνταγμα είναι το μόνο στον κόσμο που περιέχει τον ορισμόν αυτό σε ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 24 του Συντάγματος.
Παραλλήλως το Ε’ Τμήμα επέβαλε στην Διοίκηση την υποχρέωση να καταρτίσει Δασολόγιο εντός ευλόγου χρόνου (1996), άλλως τα πιστοποιητικά δασών θα ακυρούντο άνευ άλλου τινός.
Τρίτον, το Ε’ Τμήμα ερμήνευσε συστατικώς και με μεγάλην αυστηρότητα τον κύκλο των περιπτώσεων στις οποίες είναι επιτρεπτή η μεταβολή του προορισμού των δασών. Πρακτικώς, αυτή, απαγορευμένη γενικώς, επιτρέπεται κατά την νομολογίαν αυτή, μόνο σε περιπτώσεις δημοσίου συμφέροντος σε επίπεδο εθνικής αμύνης και οικονομίας. Πρακτικώς, ο ομιλών τουλάχιστον, δεν έχει συναντήσει ούτε μία τέτοια περίπτωση.
Όπως εξελίσσετο, λοιπόν, ο πόλεμος των δασών, τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ για τους εχθρούς των δασών και οι ήττες τους στα δικαστήρια ήταν πολλές και βαριές. Η δυσάρεστη (για τους κυβερνώντες) κατάσταση αυτή τους εξώθησε στο απονενοημένο διάβημα να επιχειρήσουν την κατάργηση της δικαστικής προστασίας των δασών με την αναθεώρηση του άρθ. 24 του Συντάγματος και την επέμβαση στην οργάνωση λειτουργίας του ΣτΕ (1999-2001). Επρόκειτο για πρωτοφανές συνταγματικό πραξικόπημα των κομμάτων εξουσίας, τα οποία ενήργησαν από συμφώνου. Θα έλεγα ότι αυτή ήταν η γενική και τελική επίθεση κατά των δασών. Είχα τότε επισημάνει ότι η αναθεώρηση του άρθ. 24 του Συντάγματος προωθείτο ενώ στο συρτάρι του Υπουργείου Γεωργίας ήταν έτοιμο το δασοκτόνο νομοσχέδιο που δεν είχεν ευδοκιμήσει μέχρι τότε. Η τελική επίθεση κατά των δασών του πολιτικού και πελατειακού συστήματος της χώρας, άφησε άναυδο τον νομικό κόσμο εντός και εκτός της Ελλάδος.
Δυστυχώς για τους εχθρούς των και ευτυχώς για τα δάση και την χώρα, η τελική επίθεση απέτυχε παταγωδώς χάρις στην αυθόρμητη και καθολική αντίδραση του ελληνικού λαού. Αυτό που συνέβη στην Ελλάδα κατά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος ήταν πρωτοφανές σε ολόκληρο τον κόσμο. Για πρώτη φορά, ο Ελληνικός λαός εξηγέρθη από την πλατειά βάση του, τις οικολογικές οργανώσεις, τους Δήμους, τα Σωματεία και τις άλλες ενώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, χωρίς καμία πολιτική καθοδήγηση και με μίαν έντονη κινητοποίηση, αξίωσε και επέτυχε την απόσυρση των δασοκτόνων αναθεωρητικών θέσεων. Οι εχθροί των δασών ανετράπησαν και εξαναγκάσθηκαν σε άτακτη υποχώρηση.
Πολλοί επίστευσαν τότε ότι ο πόλεμος ετελείωσε. Έκαναν λάθος. Δύο μόλις χρόνια μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος (2001) βγήκε από τα συρτάρια του Υπουργείου Γεωργίας το δασοκτόνο νομοσχέδιο, το οποίο μάλιστα, τη φορά αυτή, επιχειρεί να παραχαράξει τον ίδιο τον συνταγματικό ορισμό του δάσους.
Αλλά, κοινή γνώμη και λαός το υποδέχθησαν με την ίδια ετοιμότητα: Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι το κόμμα που το συνέταξε κατεψηφίσθη στις πρόσφατες εκλογές από ένα κόσμο αγανακτισμένο από τα σκάνδαλα κατά των δασών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνετο και η «Ντροπολογία Πάχτα».
Εξάλλου, η αμφισβήτηση της συνταγματικότητος του δασοκτόνου νόμου 3147/2003 ενώπιον του ΣτΕ από την Πανελλήνια Ένωση Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων και η όλως πρόσφατη 345/2004 απόφαση Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ, καταδεικνύουν ότι ο πόλεμος συνεχίζεται.
Αλλά, γιατί ο πόλεμος των δασών; Οι Έλληνες οφείλουν να γνωρίζουν τα αίτια και την φύση του πολέμου αυτού: Χάρις στις θυσίες των προγόνων μας, τα δάση μας είναι η Εθνική Κοινοκτησία. Το Κράτος οφείλει να τα διαχειρίζεται προς το κοινό συμφέρον και με την υπηρεσία των αφοσιωμένων δασικών υπαλλήλων. Αυτή είναι η αληθώς βιώσιμη διαχείριση των δασών χάριν ημών και των επομένων γενεών. Αυτή είναι η αληθώς βιώσιμη διαχείριση των δασών χάριν ημών και των επομένων γενεών. Αφ’ ής όμως η ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. έφερε και εδώ το μικρόβιο της πλεονεξίας (που κατ’ ευφημισμόν αποκαλείται «ανάπτυξη»), οι μολυσμένοι άρχισαν να βλέπουν τα δάση όχι ως πηγή ζωής, όπως, είναι, αλλά ως πηγή κέρδους. Εξ’ ού και η λυσσώδης επιμονή των να διαχωρίσουν τα περισσότερα, δηλ. τις δασικές εκτάσεις και να τις βαφτίσουν αλλιώς (χορτολίβαδα, φρυγανώδεις εκτάσεις κ.λ.π.), για να τις οικειοποιηθούν και να τις πωλήσουν επί κέρδει. Το ίδιο το κράτος, από φύλακας των δασών απεφάσισε να γίνει έμπορος των ή μεσίτης των.
Η νέα κυβέρνηση οφείλει:
• Να αξιολογήσει ορθώς τον πόλεμο των δασών, να αντλήσει τα διδάγματά της από την καταστροφή των περιαστικών δασών στον βωμό της κερδοσκοπίας της γης που έγινε και με εγκληματικές πράξεις ακόμα (εμπρησμούς).
• Να αποτρέψει την συνεχιζόμενη επιδρομή των οικονομικών συμφερόντων για την ανάπτυξη (πράγματι δε, καταστροφή) των ορεινών δασών.
• Να αποτρέψει, επίσης, τον επιχειρούμενο διαχωρισμό δασών και δασικών εκτάσεων για την παράδοση των τελευταίων στους ιδιώτες σφετεριστές των.
• Να κατανοήσει ότι η προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων δεν γίνεται χάριν της δασοκομίας, όπως δήθεν αφελώς αφήνει να διαφαίνεται ο τελευταίος δασοκτόνος νόμος. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις είναι σήμερα οι ρυθμιστές του οξυγόνου που αποπνέουμε, του νερού από το οποίον είμαστε φτιαγμένοι και του χώματος από το οποίο τρώμε. Πρόκειται, λοιπόν, για θέμα ζωής ή θανάτου και όχι νεωρομαντική φυσιολατρία.
Επίμετρον
Είναι βεβαίως θλιβερόν ότι ωρισμένοι Έλληνες, από το Έθνος που χρωστά το Πνεύμα και την Τέχνη του στην εξαίσια Ελληνική Φύση, έχουν εκπέσει σήμερα στην τάξιν οψίμων κερδοσκόπων, μιμητές των αδηφάγων ομολόγων των στην Δύση. Αυτοί και οι προστάτες των στο πολιτικό σύστημα οφείλουν να γνωρίζουν ότι δε θα επιτρέψουμε τον αφανισμό της Ελληνικής δασικής κληρονομιάς. Ο πόλεμος των δασών θα συνεχισθεί μέχρις εσχάτων.
Μιχ. Δεκλερής